ανθυποβρυχιακός

ανθυποβρυχιακός
-ή, -ό
αυτός που στρέφεται κατά των υποβρυχίων: Η χώρα έχει οργανώσει την ανθυποβρυχιακή της άμυνα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ανθυποβρυχιακός — ή, ό (για εξοπλισμό, νάρκες κ.λπ.) αυτός που προορίζεται για επίθεση εναντίον υποβρυχίων …   Dictionary of Greek

  • βομβαρδισμός — Η παρατεταμένη συγκέντρωση πυρών πυροβολικού, ξηράς ή ναυτικού και η επαναλαμβανόμενη ρίψη βομβών από αεροπλάνα. Ο όρος β. σήμαινε αρχικά τη δράση του πυροβολικού κατά οχυρωμένων θέσεων, με σκοπό την εξουδετέρωση της άμυνας και την κάμψη του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”